Α. H αναλυτική πρόταση των Δημοκρατικών για την συνταγματική και την πολιτειακή αλλαγή
Άραγε, πόσοι από εμάς έχουμε διαβάσει το Σύνταγμα και γνωρίζουμε επαρκώς τις διατάξεις του, εκτός αυτών που αφορούν στον τρόπο εκλογής του προέδρου, του κοινοβουλίου ή της κυβέρνησης;
Για παράδειγμα, πόσοι έχουμε καταλάβει ότι με ΠΛΕΙΟΨΗΦΙΑ 151 ΒΟΥΛΕΥΤΩΝ:
Πόσοι γνωρίζουμε ότι με ΠΛΕΙΟΨΗΦΙΑ 180 ΒΟΥΛΕΥΤΩΝ εκχωρούνται συνταγματικές αρμοδιότητες σε διεθνή όργανα;
Πόσοι γνωρίζουμε ότι ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ:
Πόσοι από εμάς γνωρίζουμε ότι ΜΟΝΟΝ Η ΒΟΥΛΗ:
Ποιος γνωρίζει ότι κάθε κυβέρνηση επιλέγει τους προέδρους και αντιπροέδρους του Συμβουλίου Επικρατείας, Αρείου Πάγου και Ελεγκτικού Συνεδρίου, ενώ μπορεί να προσβάλλει τις προαγωγές, τις τοποθετήσεις, τις μεταθέσεις, τις αποσπάσεις και τις μετατάξεις των δικαστικών λειτουργών;
Ποιος υπεύθυνος πολίτης θα ανέθετε όλες αυτές τις εξουσίες σε μία Βουλή, όπως η σημερινή ή όπως αυτές που προηγήθηκαν τα τελευταία είκοσι, τουλάχιστον, χρόνια; Μην ξεχνάμε ότι οι βουλευτές όλα αυτά τα χρόνια ψήφισαν χιλιάδες τροπολογίες, άσχετες ως προς τον εκάστοτε υπό συζήτηση νόμο, οι οποίες πέρασαν κυριολεκτικά τη νύκτα και χωρίς κανείς να έχει καταλάβει τι ψήφισε. Το πολιτικό μας σύστημα βαθμολογείται με μηδέν ως προς την ποιότητα του νομοθετικού του έργου. Κι όμως, τρεις αναθεωρήσεις του Συντάγματος δεν ασχολήθηκαν καθόλου με αυτά τα ιδιαιτέρως σημαντικά ζητήματα, ενώ από το 1974 δεν έγινε ούτε ένα δημοψήφισμα, παρά τα πλείστα όσα σημαντικά ζητήματα αντιμετώπισε η χώρα.
Κατά την άποψή μας είναι καιρός οι έλληνες πολίτες να αναλάβουν τις ευθύνες τους, να πάψουν να είναι θεατές στο έργο που αφορά τη ζωή τους. Είναι αδιανόητο να υπάρχει διάταξη σε δημοκρατικό Σύνταγμα, που να απαγορεύει τη λαϊκή πρωτοβουλία για δημοψήφισμα ή την αλλαγή του Συντάγματος! Ο λαός, εξ ορισμού, είναι η υπέρτατη εξουσία, η πηγή από την οποία εκπορεύονται όλες οι άλλες εξουσίες εν ονόματί του. Συνεπώς, ο λαός, διά της νομίμως εκπεφρασμένης βουλήσεώς του μπορεί να αλλάξει το σύνταγμα όσο και όπως θέλει.
Εκτός και αν θεωρούμε ότι το πολιτικό προσωπικό είναι ανώτερο από το λαό. Όπως μάλλον πιστεύει η πλειονότητα των ελλήνων συνταγματολόγων, οι οποίοι παραμένουν προσηλωμένοι στην διατήρηση του ισχύοντος Συντάγματος και του ισχύοντος μοντέλου «προεδρευομένης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας». Κατά την άποψή τους, τέτοιες αλλαγές δεν μπορούν να γίνουν πράξη με αναθεώρηση, αλλά μόνο με επανάσταση ή πραξικόπημα. Φαίνεται, όμως, ότι οι σεβαστοί κ.κ. καθηγητές συνταγματικού δικαίου έχουν ξεχάσει –ελπίζουμε όχι ηθελημένως– την ρήση του αείμνηστου καθηγητή Σαριπόλου, «πατέρα» του ελληνικού συνταγματικού δικαίου, ο οποίος με απόλυτη κατηγορηματικότητα δήλωνε ότι «οι διατάξεις που περιορίζουν το δικαίωμα αναθεωρήσεως του συντάγματος αντίκεινται στη λαϊκή κυριαρχία και στην κοινή λογική».
Ίσως, ο αείμνηστος καθηγητής να θεωρείται πολύ παλαιός, οι απόψεις του να κρίνονται ξεπερασμένες. Ας δούμε, ωστόσο, τι λέει η πρόσφατη ιστορία:
Σε καμία από τις ανωτέρω περιπτώσεις δεν υπήρξε επανάσταση, ούτε χύθηκε αίμα! Ήταν, απλώς, η έκφραση της λαϊκής θελήσεως.
Εκείνο, λοιπόν, που απαιτείται είναι ένα δημοψήφισμα, ώστε να αποφασίσει ο λαός για το εάν θα συνεχίσει να ζει με το ίδιο πολιτικό σύστημα ή θα το αλλάξει. Υπό το ισχύον σύστημα, όποιος θέλει να αλλάξει κάτι είτε θα πρέπει να συστήσει κόμμα είτε να ενταχθεί σε υπάρχον κόμμα. Η ισχύς του πολίτη είναι ελάχιστη και η προσωπικότητά του λίγη σημασία έχει, αφού πρέπει να περάσει μέσα από τις κομματικές διαδικασίες, συνήθως αδιαφανείς, αντιδημοκρατικές και χειραγωγούμενες από την ηγεσία του κόμματος. Αν, όμως, οραματιζόμαστε ισχυρές αλλαγές στη χώρα μας και άνοιγμα της δημοκρατίας στην κοινωνία, θα πρέπει να αφήσουμε στην άκρη την κοινοβουλευτική (δηλαδή, κομματική) δημοκρατία και να κοιτάξουμε προς άλλη κατεύθυνση. Εάν θέλουμε να χτίσουμε ένα καινούργιο κράτος, εάν θέλουμε αυξημένη λαϊκή κυριαρχία, εάν θέλουμε να ελέγχει η κοινωνία την πολιτική και όχι αντιστρόφως, πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα παράκαμψης των κομμάτων και των αδιαφανών μηχανισμών τους και ανάδειξης των αρίστων προσώπων, αυτών που θέλει η λαϊκή πλειοψηφία.
Κανείς δεν έχει πλέον την παραμικρή αμφιβολία ότι η κρίση δεν είναι μόνο οικονομική, είναι κυρίως πολιτική και πολιτισμική. Πολιτική γιατί απέτυχαν οι θεσμοί μας, δεν υπήρξαν δικλείδες ασφαλείας που να εξασφαλίζουν την καλή τους λειτουργία. Πολιτισμική γιατί η κοινωνία αποδέχθηκε τον εκμαυλισμό και την συναλλαγή, δεν προστάτευσε τους θεσμούς και ανέχθηκε την κακή τους λειτουργία. Απείχε από την πολιτική με αποτέλεσμα να καταστεί εύκολη η επικράτηση των επαγγελματιών πολιτικών και η συνταύτισή τους με οικονομικούς και χρηματοπιστωτικούς παράγοντες. Το αποτέλεσμα είναι η κρίση που βιώνουμε.
Η πολιτική και η δημοκρατία, ως υπέρτατα συλλογικά αγαθά, χρειάζονται διαρκή επιβεβαίωση, αξίες, πρότυπα και αποτελέσματα κοινωνικώς αποδεκτά. Αναπόφευκτα η μεταμόρφωση της χώρας θα αρχίσει από την πολιτική. Γι’ αυτό χρειαζόμαστε ένα ΝΕΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ, ένα ΝΕΟ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑ, το οποίο θα βασίζεται στην πλήρη διάκριση των εξουσιών, ώστε να μην είναι δυνατή η συγκέντρωσή τους στο πρόσωπο του πρωθυπουργού και, δι’ αυτού, στους κομματικούς μηχανισμούς. Αυτή είναι η αιτία της εκτροφής του τέρατος της διαπλοκής, γνήσιου τέκνου του πελατειακού κράτους σε όλα τα επίπεδα.
Σε συνθήκες ξέφρενης παγκοσμιοποίησης το πολίτευμα που παρουσιάζει τα περισσότερα πλεονεκτήματα (νομιμοποίηση, συμμετοχή, αποτελεσματικότητα) είναι αυτό της Προεδρικής Δημοκρατίας. Στο πολίτευμα αυτό ο κυβερνήτης εκλέγεται άμεσα από τον ίδιο το λαό, άρα μπορεί να εκλεγεί και ανεξάρτητη προσωπικότητα, χωρίς ποτέ να έχει περάσει το κατώφλι κάποιου κόμματος. Υποψήφιος μπορεί να είναι οποιοσδήποτε συγκεντρώσει έναν ελάχιστο αριθμό υπογραφών, π.χ. 100.000 πολίτες, που αντιστοιχούν σε λιγότερο από το 2% του εκλογικού σώματος ή περίπου στον αριθμό σταυρών των πρώτων βουλευτών στις μεγάλες εκλογικές περιφέρειες. Προσφάτως, οι Τσέχοι έκαναν αυτήν ακριβώς την αλλαγή εισάγοντας την πρόβλεψη ότι οποιοσδήποτε ανεξάρτητος πολίτης μπορεί να είναι υποψήφιος αρκεί να συγκεντρώσει 50.000 υπογραφές.
Η πρόταση των Δημοκρατικών για τη μορφή του νέου πολιτεύματος, ήδη από το 2009, αποβλέπει στη ριζική ανανέωση και εξυγίανση των θεσμών της δημοκρατίας, στην κατάργηση των σημερινών ολιγαρχικών και φαυλοκρατικών δομών, στην ενίσχυση της άμεσης συμμετοχής των πολιτών στην διακυβέρνηση της χώρας και στην εγκαθίδρυση εγγυήσεων διαφάνειας και ελέγχου της εξουσίας.
Συνοπτικά, έχει ως εξής:
1. Άμεση εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας από το λαό με 51% σε μία ή δύο Κυριακές, κατά το κυπριακό σύστημα. Η θέση του πρωθυπουργού καταργείται και όλες του οι αρμοδιότητες ασκούνται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας με 5ετή θητεία.
2. Πλήρης διαχωρισμός νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας με τη θέσπιση ασυμβίβαστου του υπουργικού με το βουλευτικό αξίωμα.
3. Περιορισμένος αριθμός θητειών σε εκτελεστικά δημόσια αξιώματα για όλους. Κανείς δεν μπορεί να υπηρετήσει σε δημόσιες θέσεις για περισσότερα από 12 έτη. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν μπορεί να εκλεγεί για περισσότερες από 2 θητείες.
4. Πλήρης ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης με εκλογή της ηγεσίας της από τη Γερουσία και όχι από το Υπουργικό Συμβούλιο.
5. Κατάργηση του νόμου περί ευθύνης υπουργών και της βουλευτικής ασυλίας για υποθέσεις μη σχετιζόμενες με το βουλευτικό αξίωμα ή για αδικήματα που διενεργήθησαν προ της εκλογής.
6. Ανάδειξη Βουλής 200 μελών. Τα 150 μέλη εκλέγονται σε νομαρχιακό ή περιφερειακό επίπεδο με απλή αναλογική και ενιαίο ψηφοδέλτιο. Τα υπόλοιπα 50 μέλη εκλέγονται με ενιαίο εθνικό ψηφοδέλτιο. Το σύστημα αυτό έχει ως αποτέλεσμα την ενίσχυση του ρόλου του βουλευτή, καθ’ όσον δίνει τη δυνατότητα της σταυροδοσίας ανεξαρτήτως κόμματος, άρα ωθεί στην εκλογή των αρίστων και όχι των εκλεκτών των κομματικών μηχανισμών. Το εθνικό ψηφοδέλτιο δίνει τη δυνατότητα της εκλογής ανθρώπων πανελληνίου αναγνωρίσεως, οι οποίοι δεν ανήκουν απαραιτήτως σε κόμμα. Το σύστημα αυτό εμποδίζει την ανάπτυξη διαπλοκής και ενισχύει την λαϊκή κυριαρχία και την άμεση αντιπροσώπευση.
7. Θέσπιση Γερουσίας 100 μελών με ισχυρές ελεγκτικές αρμοδιότητες και εκλογή της από ενιαίο εθνικό ψηφοδέλτιο, συμπεριλαμβανομένων αριστίνδην και ανεξαρτήτων υποψηφίων. Στην αρμοδιότητα και τον έλεγχό της υπάγονται όλες οι ανεξάρτητες αρχές, οι αρμοδιότητες του Συνταγματικού Δικαστηρίου και η έγκριση του διορισμού των υπουργών.
8. Θέσπιση της λαϊκής πρωτοβουλίας για δημοψήφισμα και για την εισαγωγή νομοσχεδίων.
9. Αυστηρός έλεγχος του πόθεν έσχες των πολιτικών προσώπων από ειδική διωκτική αρχή και θέσπιση πόθεν έσχες για όλα τα πρόσωπα που κατέχουν δημόσια αξιώματα, καθώς και για δημοσίους υπαλλήλους με δικαίωμα υπογραφής.
10. Εξάλειψη των παράλογων και υπερβολικών βουλευτικών προνομίων.
Η πρόταση αυτή αναλύεται και εξειδικεύεται κατωτέρω (βλ. Γ. Ανάλυση και αιτιολόγηση των θέσεων της Ριζικής Πολιτικής Μεταρρύθμισης).
Β. Οδικός χάρτης των προτεινόμενων πολιτειακών αλλαγών
Η κρίση γίνεται συνεχώς οξύτερη, η πραγματική οικονομία καταρρέει και μαζί της καταρρέει και η κοινωνία. Οι συνθήκες επιβάλλουν ενέργειες εκτάκτου ανάγκης, χωρίς καθυστερήσεις και αναβολές.
Οι Δημοκρατικοί υποστηρίζουν μια ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΔΥΟ ΤΑΧΥΤΗΤΩΝ, σύμφωνα με την πρόταση του κ. Χάρη Οικονομόπουλου, τον κορμό και το περιεχόμενο της οποίας έχει αναλύσει ο ίδιος δημοσίως και επανειλημμένως.
Σε πρώτη φάση, η παρούσα ή η επόμενη Βουλή, πρέπει να καθορίσει το περιεχόμενο της πολιτικής μεταρρύθμισης και να το θέσει υπό την έγκριση των πολιτών, δηλαδή να προκηρύξει δημοψήφισμα με το ερώτημα της μετατροπής της Βουλής σε αναθεωρητική, με εντολή την άνευ όρων αναθεώρηση του Συντάγματος με ελάχιστους στόχους:
(α) την αλλαγή του πολιτεύματος,
(β) την κατοχύρωση του πλήρους διαχωρισμού των εξουσιών και της πλήρους ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης,
(γ) την κατάργηση του άρθρου 86 και του νόμου περί ευθύνης υπουργών, καθώς και της ασυλίας βουλευτών για μη πολιτικά αδικήματα.
Εφ’ όσον η λαϊκή πλειοψηφία εγκρίνει την πρόταση, η Βουλή θα πρέπει εντός έξι (6) μηνών να ψηφίσει όλα τα σχετικά άρθρα τού, ουσιαστικά, νέου Συντάγματος.
Εντός 3 μηνών από την ολοκλήρωση των αναθεωρητικών εργασιών, νέο δημοψήφισμα θα εγκρίνει ή θα απορρίψει τις αλλαγές. Το δημοψήφισμα αυτό μπορεί να περιέχει αναλυτικά ερωτήματα ανά άρθρο, εάν η Βουλή κρίνει ότι πρέπει να γίνει έτσι. Εφ’ όσον το δημοψήφισμα οριστικοποιήσει τις αλλαγές, θα πρέπει οι μεταβατικές διατάξεις να προβλέπουν ταχεία εφαρμογή με εκλογές για Πρόεδρο της Δημοκρατίας, νέα Βουλή και, ενδεχομένως, Γερουσία. Πρακτικά, η όλη διαδικασία μπορεί να έχει ολοκληρωθεί το αργότερο εντός 12 μηνών, χωρίς να έχει σταματήσει η καθημερινή λειτουργία της κυβέρνησης και του κράτους.
Εάν υπάρξει ανάγκη περαιτέρω αλλαγών στο Σύνταγμα, το δεύτερο δημοψήφισμα μπορεί να εξουσιοδοτεί την Βουλή που θα προκύψει από τις επόμενες εκλογές να προβεί στη διαδικασία της δεύτερης αυτής αναθεώρησης, η οποία μπορεί να διαρκέσει όσο χρειασθεί, αφού η βασική μεταρρύθμιση θα έχει ολοκληρωθεί.
Είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε ότι η διαδικασία αυτή είναι καθ’ όλα συμβατή με τους ελληνικούς κανόνες δικαίου και δεν υπάρχει πιθανότητα να κριθεί άκυρη από τα δικαστήρια ή από το Συμβούλιο της Επικρατείας. Η διαδικασία των δύο δημοψηφισμάτων και η πρωτοβουλία της Βουλής για την έναρξη της αναθεωρητικής διαδικασίας καλύπτουν κάθε αρχή του δικαίου και, κυρίως, είναι απολύτως συμβατή με τις βασικές δημοκρατικές αρχές του Συντάγματος και με την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας.
Γ. Ανάλυση και αιτιολόγηση των θέσεων της Ριζικής Πολιτικής Μεταρρύθμισης
1. Άμεση εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας από τον λαό με 51%, σε μία ή δύο Κυριακές, κατά το κυπριακό σύστημα. Η θέση του πρωθυπουργού καταργείται και όλες οι αρμοδιότητές του ασκούνται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας με σταθερή 5ετή θητεία.
- Η άμεση εκλογή του Προέδρου από τον λαό και η άσκηση από αυτόν της εκτελεστικής εξουσίας, αποτελεί το πρώτο βήμα για τον πλήρη διαχωρισμό των εξουσιών. Ο Πρόεδρος, έχοντας άμεση λαϊκή νομιμοποίηση, δεν εξαρτάται από την εμπιστοσύνη της Βουλής, άρα η διάρκεια της θητείας του είναι δεδομένη και δεν αλλάζει. Έτσι, εξασφαλίζεται η πολυπόθητη κυβερνητική σταθερότητα, ιδίως εάν η θητεία του είναι 5ετής, όπως π.χ. συμβαίνει στην Γαλλία (η οποία, όμως, έχει ημιπροεδρικό σύστημα).
- Η εκλογή του Προέδρου σε δύο γύρους, εφ’ όσον δεν υπάρξει απόλυτη πλειοψηφία την πρώτη Κυριακή, οδηγεί στην επιλογή του καλύτερου εκ των δύο πρώτων με βάση, όμως, την προτίμηση των πολιτών. Κατά το ισχύον κοινοβουλευτικό σύστημα, η επιλογή του πρωθυπουργού, σε περίπτωση μη επίτευξης πλειοψηφίας εδρών, είναι αποτέλεσμα αδιαφανών διαπραγματεύσεων μεταξύ των αρχηγών των κομμάτων και όχι της λαϊκής βούλησης. Το προεδρικό σύστημα διασφαλίζει την λαϊκή επιλογή.
- Η απεξάρτηση του Προέδρου, δηλαδή της εκτελεστικής εξουσίας, από την εμπιστοσύνη της Βουλής, την καθιστά πολύ λιγότερο υποκείμενη στο πολιτικό κόστος. Αυτό μεταβιβάζεται στην κυβέρνηση μέσω των βουλευτών, οι οποίοι, όπως είναι εύλογο, ανησυχούν για την επανεκλογή τους.
- Για τον ίδιο ακριβώς λόγο, καταργείται εκ των πραγμάτων η δυνατότητα των βουλευτών να ζητούν και να επιτυγχάνουν εξυπηρετήσεις (ρουσφέτια) υπέρ των ψηφοφόρων τους. Η εκτελεστική εξουσία, όντας ανεξάρτητη της βουλευτικής στήριξης, δεν έχει κανέναν απολύτως λόγο να υποκύπτει σε παράλογες αξιώσεις φίλων των βουλευτών. Πρόκειται για ένα γερό χτύπημα στη λογική και στις πρακτικές του πελατειακού συστήματος.
- Τον Πρόεδρο βοηθά και αναπληρώνει στην άσκηση των καθηκόντων του ένας Αντιπρόεδρος, εκλεγμένος ταυτοχρόνως και με το ίδιο ψηφοδέλτιο, όπως γίνεται στις Η.Π.Α. Έτσι, σε περίπτωση, θανάτου, παραιτήσεως ή αποπομπής του Προέδρου, η λειτουργία του πολιτεύματος δεν διαταράσσεται αφού ο ήδη εκλεγμένος Αντιπρόεδρος αναλαμβάνει αμέσως καθήκοντα Προέδρου έως τη λήξη της θητείας.
2. Πλήρης διαχωρισμός νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας με τη θέσπιση ασυμβίβαστου του υπουργικού με το βουλευτικό αξίωμα.
- Ως μη προερχόμενος εκ της Βουλής, ο Πρόεδρος επιλέγει τους υπουργούς του από εξωκοινοβουλευτικές προσωπικότητες, οι οποίες επίσης δεν λειτουργούν υπό το άγχος της επανεκλογής, άρα δεν είναι υποκείμενοι σε πιέσεις για ρουσφέτια. Άλλωστε, οι υπουργοί δεν θα έχουν λόγο να εκμεταλλευθούν τη θέση τους με σκοπό την εκλογή τους σε βουλευτική έδρα, καθ’ ότι θα προβλέπεται απαγόρευση υποψηφιότητος στις πρώτες εκλογές μετά τη λήξη της υπουργικής θητείας.
- Οι υπουργοί δεν τυγχάνουν βουλευτικής ασυλίας, ενώ η ανάκλησή τους γίνεται με απλή απόφαση της Γερουσίας.
- Ο ενδεχόμενος ανασχηματισμός της κυβέρνησης δεν θα εξαρτάται από τις πιέσεις των βουλευτών που επιθυμούν να υπουργοποιηθούν. Η υπουργοποίηση βουλευτή θα συνεπάγεται την απώλεια της βουλευτικής έδρας.
- Η αποσύνδεση του βουλευτικού αξιώματος από την δυνατότητα υπουργοποίησης αναβαθμίζει το αξίωμα τόσο του υπουργού όσο και του βουλευτή. Οι υποψήφιοι βουλευτές θα γνωρίζουν ότι το έργο τους είναι αποκλειστικά νομοθετικό, και η ευδόκιμη θητεία τους στις διάφορες νομοπαρασκευαστικές επιτροπές αποτελεί το πρόκριμα είτε για την μεταπήδησή τους στη Γερουσία, είτε για την επιλογή τους ως υπουργών.
- Ομοίως, οι υπουργοί που επθυμούν την μελλοντική εκλογή τους σε βουλευτική ή γερουσιαστική έδρα, θα γνωρίζουν ότι μόνον οι εξαιρετικές εντυπώσεις από την υπουργική τους θητεία θα τους βοηθήσουν να το επιτύχουν.
- Τέλος, ο πλήρης διαχωρισμός του υπουργικού αξιώματος από την βουλευτική ιδιότητα δημιουργεί ακόμη μία ασφαλιστική δικλείδα έναντι φαινομένων διαπλοκής. Ένας ισχυρός οικονομικός παράγοντας δεν θα μπορεί να ασκεί πιέσεις στην κυβέρνηση ελέγχοντας έναν αριθμό βουλευτών.
3. Περιορισμένος αριθμός θητειών σε εκτελεστικά δημόσια αξιώματα για όλους. Κανείς δεν μπορεί να υπηρετήσει σε δημόσιες θέσεις για περισσότερα από 12 έτη. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν μπορεί να εκλεγεί για περισσότερες από 2 θητείες.
- Ο περιορισμός της θητείας σε εκτελεστικές θέσεις αποτρέπει φαινόμενα επαγγελματιών της πολιτικής και, το κυριότερο, περιορίζει και αποτρέπει φαινόμενα διαφθοράς και διαπλοκής. Η γνώση της μη δυνατότητος επανεκλογής λειτουργεί ως αντικίνητρο για παρανομίες και κατάχρηση εξουσίας υπό το φόβο της αποκαλύψεως.
- Ο περιορισμός σε 12 των ετών υπηρεσίας σε εκτελεστικές θέσεις πρέπει να συμπεριλαμβάνει και τις θέσεις των εκλεγμένων τοπικών και περιφερειακών αρχόντων.
4. Πλήρης ανεξαρτησία και αναμόρφωση της Δικαιοσύνης με εκλογή της ηγεσίας της από τη Γερουσία και όχι από το Υπουργικό Συμβούλιο.
- Εκλογή της ηγεσίας της δικαιοσύνης (Προέδρων και Αντιπροέδρων των ανώτατων δικαστηρίων και του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου) από διευρυμένο σώμα με βάση την Γερουσία και τις ανώτατες δικαστικές αρχές και όχι από το Υπουργικό Συμβούλιο (βλ. σχετικά θέση 7).
- Καθιέρωση πλήρους ασυμβίβαστου των δικαστών με οποιαδήποτε άλλη δημόσια θέση, ώστε να απαγορεύεται πλήρως η κάθε είδους συμμετοχή τους σε διάφορες επιτροπές μη δικαστικού χαρακτήρα και να αποφεύγεται η διαπλοκή τους με την εκτελεστική εξουσία.
- Κατάργηση της δυνατότητας του υπουργού δικαιοσύνης να ασκεί την πειθαρχική δίωξη των δικαστών. Αρμόδια θα είναι η Επιτροπή Δικαιοσύνης της Γερουσίας.
5. Κατάργηση του νόμου περί ευθύνης υπουργών και της βουλευτικής ασυλίας για υποθέσεις μη σχετιζόμενες με το βουλευτικό αξίωμα ή για αδικήματα που διενεργήθησαν προ της εκλογής.
Ίσως είναι η πλέον αυτονόητη εκ των προτεινόμενων μεταρρυθμίσεων. Οι υπουργοί πρέπει να μην τυγχάνουν καμμίας ασυλίας και ειδικής δικαιοδοσίας, τόσο για λόγους ισότητος και ισονομίας όσο και για λόγους αξιοπιστίας του πολιτικού συστήματος. Ταυτόχρονα, όμως, πρέπει να προστατεύεται και να διασφαλίζεται η απρόσκοπτη λειτουργία της κυβέρνησης και του νομοθετικού σώματος από κατάχρηση καταγγελιών και νομικών εγκλήσεων κατά μελών των δύο σωμάτων. Διερεύνηση τυχόν ευθυνών γίνεται σε ανώτατο επίπεδο της δικαιοσύνης με υποχρέωση των καταγγελλόντων να τεκμηριώνουν σαφώς τυχόν αιτιάσεις.
6. Ανάδειξη της βουλής 200 μελών. Τα 150 μέλη εκλέγονται σε νομαρχιακό ή περιφερειακό επίπεδο με απλή αναλογική και ενιαίο ψηφοδέλτιο. Τα υπόλοιπα 50 μέλη εκλέγονται με ενιαίο εθνικό ψηφοδέλτιο. Το σύστημα αυτό έχει ως αποτέλεσμα την ενίσχυση του ρόλου του βουλευτή αφού δίνει τη δυνατότητα της σταυροδοσίας ανεξαρτήτως κόμματος άρα ωθεί στην εκλογή των αρίστων και όχι των εκλεκτών των κομματικών μηχανισμών. Το εθνικό ψηφοδέλτιο δίνει τη δυνατότητα της εκλογής ανθρώπων πανελληνίου αναγνωρίσεως, οι οποίοι δεν ανήκουν οπωσδήποτε σε κόμμα. Το σύστημα αυτό εμποδίζει την ανάπτυξη διαπλοκής και ενισχύει την λαϊκή κυριαρχία και την άμεση αντιπροσώπευση.
Η πρόταση αυτή περιέχει δύο σημαντικά στοιχεία.
- Το πρώτο είναι η οριστική καθιέρωση της αρχής της απλής αναλογικής ως παγίου και σταθερού εκλογικού συστήματος. Πλέον, η εκλογή των βουλευτών αποσυνδέεται από την ανάδειξη κυβερνήσεως και, συνεπώς, εκλείπει η ανάγκη διασφάλισης κυβερνητικής σταθερότητας.
- Το δεύτερο είναι ο πρωτοποριακός θεσμός του ενιαίου ψηφοδελτίου, ο οποίος επιτρέπει στην εκλογική διαδικασία να αναδείξει την ευθεία και ανόθευτη βούληση των πολιτών, μη εξαρτώμενη από τις επιλογές των κομματικών μηχανισμών και, κυρίως, των αρχηγών των κομμάτων. Τόσο η δυνατότητα επιλογής υποψηφίων από διαφορετικά κόμματα όσο και η δυνατότητα αναδείξεως ανεξάρτητων υποψηφίων καθιστούν την ισότητα και την ισοπολιτεία έννοιες με ουσιαστικό, πρακτικό νόημα και όχι αόριστες συνταγματικές αναφορές, όπως συμβαίνει σήμερα.
Τα πλεονεκτήματα της πρότασης είναι ήδη προφανή και δεν θεωρούμε ότι υπάρχει λόγος περαιτέρω ανάλυσης. Όμως, στο εγγύς μέλλον, θα αναρτήσουμε αναλυτική περιγραφή του τρόπου λειτουργίας του πρωτότυπου αυτού θεσμού, συμπεριλαμβανομένης μιας προσομοίωσης των αποτελεσμάτων του, δίκαιης κατανομής των εκλογικών εδρών σε περιφέρειες κ.λπ.
7. Θέσπιση Γερουσίας 100 μελών με ισχυρές ελεγκτικές αρμοδιότητες και εκλογή της από ενιαίο εθνικό ψηφοδέλτιο, συμπεριλαμβανομένων αριστίνδην και ανεξάρτητων υποψηφίων. Στην αρμοδιότητα και τον έλεγχό της υπάγονται όλες οι ανεξάρτητες αρχές, οι αρμοδιότητες του Συνταγματικού Δικαστηρίου και η έγκριση του διορισμού των υπουργών.
Αυτή είναι η ίσως η σημαντικότερη πτυχή της προτεινόμενης πολιτειακής αλλαγής: η συγκρότηση Γερουσίας, ως ελεγκτικού και όχι νομοθετικού σώματος (Άνω Βουλή), όπως π.χ. στις Η.Π.Α., όπου το επιβάλλει ο ομοσπονδιακός χαρακτήρας του κράτους. Η χώρα μας δεν έχει ανάγκη από μια Βουλή των 300 μελών. Η Αρχή της Αντιπροσωπευτικότητας δεν φαλκιδεύεται εάν ο αριθμός των βουλευτών μειωθεί στους 200 και εκλέγονται και 100 γερουσιαστές, μέσω ενός ενιαίου εθνικού ψηφοδελτίου, όπως πρότεινε και ο καθηγητής κ. Αθανάσιος Διαμαντόπουλος σε πρόσφατο βιβλίο του. Ας φαντασθούμε 100 γερουσιαστές εκλεγμένους χωρίς την παρέμβαση των κομμάτων, ας φαντασθούμε πως έχουμε τη δυνατότητα να επιλέξουμε τους άριστους, ανεξαρτήτως πολιτικής προελεύσεως και τοποθετήσεως ενός εκάστου...
- Ο ρόλος της Γερουσίας θα είναι ελεγκτικός και ρυθμιστικός. Σε αυτή θα υπάγονται όλες οι ανεξάρτητες αρχές, ενώ θα επικυρώνει την εκλογή της δικαστικής ηγεσίας από τους ίδιους τους δικαστικούς λειτουργούς ή θα την ορίζει αντί του Υπουργικού Συμβουλίου. Η πλήρης ανεξαρτησία της δικαιοσύνης επιβάλλει την πρώτη λύση, η οποία, όμως, έχει το μειονέκτημα της εισαγωγής πολιτικών και λοιπών κριτηρίων στη διαδικασία εκλογής: πόσο εύκολο θα είναι για τους προέδρους και αντιπροέδρους των ανωτάτων δικαστηρίων να διοικήσουν τους χθεσινούς εκλογείς των; Συνεπώς, η επιλογή της ηγεσίας των δικαστών από μια επιτροπή της Γερουσίας εξασφαλίζει τη μέγιστη δυνατή αξιοκρατία χωρίς να βάζει σε δοκιμασία τις σχέσεις των μελών των ανώτατων δικαστηρίων και χωρίς να φαλκιδεύει το κύρος της ηγεσίας τους.
- Επίσης, η Γερουσία είναι το μόνο αξιόπιστο όργανο στο οποίο πρέπει να ανατεθεί η αρμοδιότητα της λήψης λογοδοσίας των δημοσίων αξιωματούχων, ώστε να γνωρίζει ο ελληνικός λαός τι παραλαμβάνουν κατά την ανάληψη των καθηκόντων τους και τι παραδίδουν κατά την αποχώρησή τους. Όλοι όσοι ασκούν εκτελεστική εξουσία οφείλουν σε τακτά διαστήματα να ενημερώνουν τους πολίτες, μέσω της Γερουσίας, για την πορεία του έργου τους, ιδίως εάν αυτό ορίζεται –και περιορίζεται– από νομοθετήματα, όπως ο προϋπολογισμός.
- Περαιτέρω, η Γερουσία θα είναι το ισχυρό ελεγκτικό αντίβαρο στις εξουσίες του εκλεγμένου Προέδρου, τις πράξεις του οποίου θα ελέγχει και θα περιορίζει.
α. Οι υπουργοί, τους οποίους, βεβαίως, ορίζει ο Πρόεδρος, θα πρέπει να γίνουν αποδεκτοί από τη Γερουσία πριν αναλάβουν τα καθήκοντά τους. Διασφαλίζεται, έτσι, η ανάθεση υπουργικών θώκων σε πρόσωπα ενισχυμένου κύρους και αποδεδειγμένων ικανοτήτων, αφού η πιθανότητα απόρριψής τους από τη Γερουσία θα υποχρεώσει τον Πρόεδρο να κάνει τις καλύτερες δυνατές επιλογές. Περιπτώσεις φαύλων και φαιδρών προσώπων, που συμμετείχαν κατά κόρον στις κυβερνήσεις της τελευταίας 40ετίας, δεν θα υπάρξουν. Παράλληλα, οι επικεφαλής των κρατικών επιχειρήσεων και οργανισμών δεν μπορούν να είναι οι αποτυχόντες υποψήφιοι βουλευτές ή κομματικά στελέχη με μόνο προσόν την αφοσίωση στον αρχηγό ή στο κόμμα.
β. Ομοίως, οι αρχηγοί των μυστικών υπηρεσιών, του Σ.Δ.Ο.Ε., ο Επίτροπος στην Ε.Ε., οι έλληνες δικαστές σε διεθνή δικαστήρια κ.α.
γ. Με ειδική διαδικασία, η Γερουσία μπορεί να ψηφίζει υπέρ της παραπομπής του Προέδρου σε δίκη.
- Οι γερουσιαστές θα μπορούν να ελέγχουν τη λειτουργία όλων των βαθμίδων της διοικήσεως, είτε με δική τους πρωτοβουλία είτε κατόπιν αναφορών/καταγγελιών πολιτών.
- Η οριστική κρίση επί της συνταγματικότητας των νόμων θα εμπίπτει στις αρμοδιότητες της Γερουσίας, η οποία θα επέχει θέση Συνταγματικού Δικαστηρίου, αλλά, χωρίς να αναιρείται η δυνατότητα των πρωτοδικείων να κρίνουν. Έτσι, χωρίς να περιστέλλονται οι αρμοδιότητες της δικαιοσύνης, κάτι που θα συνιστούσε οπισθοδρόμηση, η χώρα αποκτά ένα έγκυρο και αξιόπιστο σώμα, δημοκρατικώς νομιμοποιημένο, το οποίο θα μπορεί να επιβάλλει την τήρηση του Συντάγματος έναντι κάθε προσπάθειας παρακάμψεως από την εκτελεστική εξουσία και τα κόμματα.
- Σημαντικά νομοθετήματα, όπως ο προϋπολογισμός ή νόμοι με συνταγματική ισχύ, θα πρέπει οπωσδήποτε να εγκρίνονται και από την Γερουσία.
- Η Γερουσία θα μπορεί να αποφασίζει την προκήρυξη δημοψηφίσματος χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του Προέδρου.
8. Θέσπιση της λαϊκής πρωτοβουλίας για δημοψήφισμα και εισαγωγή νομοσχεδίων.
Μέχρι σήμερα, αν και το σύνταγμα το προβλέπει, η χώρα μας δεν διαθέτει νόμο που να ρυθμίζει την διεξαγωγή δημοψηφίσματος, πολλώ δε μάλλον δημοψηφίσματος προκαλούμενου από πρωτοβουλία πολιτών. Ακόμη και η πρωτοβουλία της Εκκλησίας της Ελλάδος κατά των ρυθμίσεων για την εξάλειψη του θρησκεύματος από τις ταυτότητες, η οποία συγκέντρωσε πολύ μεγάλο αριθμό υπογραφών, δεν ετέθη στη λαϊκή κρίση. Το ίδιο συνέβη με κορυφαίες αποφάσεις, όπως η ένταξη στην Ε.Ο.Κ. το 1981, η ένταξη στην Ευρωζώνη το 1998 κ.α.
Κατά την άποψη των ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΩΝ, η δημοκρατία είναι ισχυρή και λειτουργεί όταν οι πολίτες είναι υπεύθυνοι για τις κορυφαίες αποφάσεις που καθορίζουν την τύχη της χώρας. Η αντιπροσωπευτική δημοκρατία, ακόμη και η καλύτερη μορφή της, το προεδρικό σύστημα, είναι χωλή χωρίς την δυνατότητα ενός εύλογου αριθμού πολιτών να επιβάλλουν την διενέργεια δημοψηφισμάτων, κατόπιν συγκέντρωσης πιστοποιημένων υπογραφών.
Ό,τι ακριβώς θα ισχύσει για τα δημοψηφίσματα πρέπει να ισχύσει και για τις διαδικασίες παραγωγής νόμων. Ομάδα πολιτών θα πρέπει να μπορεί να υποβάλλει προς ψήφιση από τη Βουλή νόμων ή τροποποιήσεων της νομοθεσίας. Μόνος περιορισμός θα πρέπει να είναι η κατ’ αρχήν έγκριση από την αρμόδια επιτροπή της Γερουσίας και η νομοτεχνική της αρτιότητα, με εισήγηση της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής.
Επί των σημαντικών αυτών ζητημάτων, θα αναρτήσουμε, στο εγγύς μέλλον, αναλυτική πρόταση, επαρκώς τεκμηριωμένη.
9. Αυστηρός έλεγχος του πόθεν έσχες των πολιτικών προσώπων από ειδική διωκτική αρχή και θέσπιση πόθεν έσχες για όλα τα πρόσωπα που κατέχουν δημόσια αξιώματα καθώς και για δημοσίους υπαλλήλους με δικαίωμα υπογραφής.
Για την προστασία της αξιοπιστίας του πολιτικού συστήματος αλλά και του δημοσίου συμφέροντος, κάθε πρόσωπο που κατέχει δημόσια θέση ή αξίωμα, πρέπει να υπόκειται σε έλεγχο από ειδική υπηρεσία των αρμοδίων διωκτικών αρχών, ώστε να υπάρχει πλήρης δυνατότητα λυσιτελούς και αποτελεσματικού ελέγχου. Της υπηρεσίας αυτής πρέπει να προΐσταται εισαγγελέας.
Η σημερινή διαδικασία ελέγχου από υπηρεσία της Βουλής μόνο των πολιτικών προσώπων και των υπευθύνων οικονομικών των κομμάτων είναι επιφανειακή και, ως εκ τούτου, μη αποτελεσματική.
Ο κατάλογος των ελεγχόμενων προσώπων πρέπει να εγκρίνεται, ετησίως, από την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Γερουσίας. Η σχετική απόφαση θα ορίζει τους πολιτικούς αξιωματούχους και τους δημοσίους λειτουργούς, οι οποίοι λόγω θέσεως θα πρέπει να ελέγχονται οπωσδήποτε. Επίσης, θα ορίζει διαδικασία επιλογής τυχαίου δείγματος κατωτέρων υπαλλήλων και προσώπων που υπηρετούν σε υπουργικά γραφεία κ.λπ., τα οποία θα ελέγχονται προληπτικώς. Κανείς δεν πρέπει να έχει τη βεβαιότητα ότι παρανομίες και καταχρήσεις θα μείνουν ατιμώρητες. Σε εγκλήματα που υποσκάπτουν την αξιοπιστία του πολιτεύματος και υπονομεύουν τη δημοκρατία πρέπει να επιδείξουμε μηδενική ανοχή γιατί εκτός του ότι είναι επικίνδυνα για το σύνολο της κοινωνίας, είναι και απολύτως συνειδητά, χωρίς κανένα ελαφρυντικό ψυχολογικής φύσεως.
10. Εξάλειψη των παράλογων και υπερβολικών βουλευτικών προνομίων.
Οι βουλευτές πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να ασκούν τα σημαντικά καθήκοντά τους χωρίς την πίεση του βιοπορισμού, ανεξαρτήτως εάν μπορούν να ασκούν και το επάγγελμά τους. Πρώτιστο μέλλημά τους πρέπει να είναι τα βουλευτικά τους καθήκοντα και για το λόγο αυτό πρέπει να έχουν τις ανάλογες απολαβές.
Σημείωση:
Εξυπακούεται ότι τα σχόλιά σας είναι ευπρόσδεκτα και θα ληφθούν υπ’ όψιν, ώστε οι θέσεις μας να βελτιωθούν ή και να τροποποιηθούν, όπου κριθεί αναγκαίο. Επίσης, θα χαρούμε να δημοσιεύσουμε και τον τεκμηριωμένο αντίλογο επί οιασδήποτε θέσεως. Σε κάθε περίπτωση, και εφ’ όσον ο σχολιαστής το επιθυμεί, θα αναγράφεται το όνομά του.